Είστε εδώ:
Αρχική > ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ > ΝΑΥΠΗΓΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ: Σχέδια «επανεκκίνησης» με κερδοφόρα προοπτική για το κεφάλαιο

ΝΑΥΠΗΓΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ: Σχέδια «επανεκκίνησης» με κερδοφόρα προοπτική για το κεφάλαιο

Σε ρεπορτάζ της Α. Ζ. στον «Ριζοσπάστη» ανάλυση για τις εξελίξεις στα Ναυπηγεία: Τα διάφορα σενάρια που διακινεί τελευταία η κυβέρνηση για «επανεκκίνηση» της εγχώριας ναυπηγικής βιομηχανίας συνδέονται άμεσα με τους σχεδιασμούς για ανάδειξη της χώρας σε διαμετακομιστικό και ενεργειακό κόμβο, για λογαριασμό της αστικής τάξης και ξένων μονοπωλιακών ομίλων, που προσδοκούν κέρδη από την επένδυση κεφαλαίων στην Ελλάδα.

Για παράδειγμα, η χρήση και μεταφορά «εναλλακτικών» καυσίμων, όπως το LNG (υγροποιημένο φυσικό αέριο), δημιουργεί ανάγκες για εκτεταμένο πρόγραμμα επισκευών και μετασκευών σε πλοία. Ενδεικτικά, σε χαιρετισμό που είχε απευθύνει ο υφυπουργός Οικονομίας, Στ. Πιτσιόρλας, στη συνεδρίαση του ΔΣ του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά, στις 24 Απρίλη, είχε πει ότι λόγω της ιδιωτικοποίησης του ΟΛΠ, «η Ελλάδα έχει μπει στον παγκόσμιο χάρτη μεταφορών, η θέση μας έχει αναβαθμιστεί (…) Σε αυτό το πλαίσιο, το θέμα των ναυπηγείων αποκτά τεράστια σημασία, καθώς πρόκειται για την «ατμομηχανή» της ελληνικής οικονομίας».
Αντίστοιχα, ο υπουργός Ναυτιλίας, Π. Κουρουμπλής, σε συνέντευξη στη «Ναυτεμπορική», στις 13 Μάρτη, αναφέρθηκε στην προσδοκώμενη αύξηση του μεταφορικού έργου μέσω των λιμανιών της Ελλάδας, αλλά και στους νέους ευρωπαϊκούς κανονισμούς για μετατροπές σε πλοία. Κοντολογίς, σημείωσε: «Η επιλογή της διεύρυνσης της Διώρυγας του Σουέζ φέρνει περισσότερα πλοία στον Πειραιά. Επίσης, τα νέα μέτρα περιβαλλοντικού χαρακτήρα της Κοινότητας, με τη χρήση εναλλακτικών καυσίμων από τα πλοία, δημιουργούν νέες ανάγκες για επισκευές και μετασκευές στα πλοία, τις οποίες η χώρα μας πρέπει να καλύψει».
Αλλα πεδία που συνδέονται με τη ναυπηγοεπισκευή και ενθαρρύνεται η επένδυση κεφαλαίων, είναι οι πλωτές πλατφόρμες για την εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου, η κρουαζιέρα, ενώ σε εξέλιξη είναι και οι ευρωΝΑΤΟικοί σχεδιασμοί για την αναδιάρθρωση της «αμυντικής» βιομηχανίας, στους οποίους η κυβέρνηση επιδιώκει να παίξει ρόλο.
Τεράστια πεδία κερδοφορίας
Με δεδομένα τα παραπάνω, το τελευταίο διάστημα αναθερμαίνεται το ενδιαφέρον πολυεθνικών ομίλων για τα ναυπηγεία και παράλληλα δυναμώνουν οι ανταγωνισμοί για το ποιος θα βάλει στο χέρι τις υποδομές και την τεχνογνωσία που έχει το πολύπειρο εργατικό δυναμικό στον κλάδο της ναυπηγοεπισκευής στην Ελλάδα.
Τα μεγαλύτερα «φιλέτα», που είναι τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά και Ελευσίνας, τα διεκδικεί η COSCO, ως ιδιοκτήτης του ΟΛΠ και κυρίαρχη δύναμη πλέον σε ό,τι αφορά τη διαμετακόμιση στην Ελλάδα. Ενδιαφέρον δείχνουν επίσης εταιρείες – κολοσσοί της Ενέργειας, που έχουν πάρει συμβόλαια για έρευνες και εξόρυξη εντός της ΑΟΖ του Ισραήλ και της Κύπρου, κατά κύριο λόγο ευρωπαϊκών συμφερόντων, αλλά και η αμερικανική «ExxonMobil».
Από την άλλη, οι σημερινοί ιδιοκτήτες των ναυπηγείων, τα αραβογερμανικά μονοπώλια «Thyssen Kroup» και ADM, δεν δείχνουν διατεθειμένοι να εγκαταλείψουν «αμαχητί» τις θέσεις τους, ή τουλάχιστον χωρίς ισχυρά ανταλλάγματα. Γι’ αυτό έχουν προσφύγει στα ευρωπαϊκά και διεθνή δικαστήρια, ενάντια στο Ελληνικό Δημόσιο, για «αθέτηση συμφωνιών», θέλοντας με καλύτερους όρους να διαπραγματευθούν τις εξελίξεις.
Σε κάθε περίπτωση, κάθε δημοσίευμα στον Τύπο, κάθε κυβερνητική δήλωση, αξιοποιείται για να καλλιεργηθούν ελπίδες και προσδοκίες στους χιλιάδες εργαζόμενους, ανέργους ή και απλήρωτους εργάτες των ναυπηγείων και της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης ότι τα «πέτρινα χρόνια» τελειώνουν. Οτι η ναυπηγοεπισκευή, με νέες επενδύσεις και φρέσκα κεφάλαια, περνάει σε φάση ανάκαμψης, ακολουθώντας τη γενικότερη τάση που διαμορφώνεται στην οικονομία. Και ότι ο στόχος για μετατροπή της χώρας σε κόμβο Ενέργειας και μεταφορών «ακουμπάει» τα λαϊκά συμφέροντα και ανάγκες, αφού φέρνει δουλειές και χρήμα στον κλάδο.
Ολα αυτά είναι ιδεολογήματα και αυταπάτες που τα δοκίμασαν και τα προηγούμενα χρόνια οι εργαζόμενοι στη ναυπηγοεπισκευή και έχουν πικρή πείρα, είτε από την περίοδο που τα ναυπηγεία ήταν στον έλεγχο του αστικού κράτους είτε όταν στο μετοχικό κεφάλαιο πλειοψηφούσαν ιδιώτες. Σχετική ανάκαμψη της δραστηριότητας στη ναυπηγοεπισκευή μπορεί να υπάρξει, αλλά η εκμετάλλευση των εργαζομένων θα αυξάνεται διαρκώς, στο έδαφος των αντεργατικών – αντιλαϊκών νόμων που ψήφισαν οι κυβερνήσεις όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Το παράδειγμα των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, το μεγαλύτερο ναυπηγείο της Ανατ. Μεσογείου. Οι τεράστιες εγκαταστάσεις του, τα ελασματουργεία, οι «ναυπηγικές κλίνες», ο στόλος των ρυμουλκών, οι γερανοί – στεριανοί και πλωτοί – το τμήμα κατασκευής τρένων και οι δεξαμενές που διαθέτει το ναυπηγείο (η «Νο 5» είναι η μεγαλύτερη της Ανατ. Μεσογείου και μπορεί να υποδεχτεί πλοία έως και 500.000 τόνων), σαπίζουν εδώ και χρόνια από τη σκουριά, ενώ θα μπορούσαν να δίνουν δουλειά σε χιλιάδες εργάτες και με τη δραστηριότητά τους να υπηρετούν τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες, υποτάσσοντας σ’ αυτόν το σκοπό τις τεράστιες παραγωγικές δυνατότητες και την τεχνογνωσία του προσωπικού.
Στο πλαίσιο ευρύτερων ανταγωνισμών, μέσα κι έξω από την ΕΕ, απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επέβαλε το 2010 το κλείσιμο και την εκποίηση του εμπορικού του τμήματος (δηλαδή, του κύριου μέρους του ναυπηγείου), ενώ καταλογίστηκε και πρόστιμο που σήμερα έφτασε περίπου στα 560 εκατ. ευρώ για κρατικές ενισχύσεις το 1996. Η απόφαση εξαίρεσε το «στρατιωτικό» τμήμα του ναυπηγείου.
Οι μονοπωλιακοί όμιλοι που το εκμεταλλεύονται, αφού ξεκοκάλισαν 2,3 δισ. ευρώ, δηλαδή το 75% του προγράμματος του Πολεμικού Ναυτικού, παραδίδοντας μόνο ένα από τα πέντε υποβρύχια, το οποίο έγερνε, από το 2012 δεν έχουν δώσει δεκάρα τσακιστή για μισθούς στους 900 περίπου εργαζόμενους, ενώ έκλεισαν και το τμήμα κατασκευής τρένων. Από το 2015 οι μισθοί των εργαζομένων (οι οποίοι πλέον έχουν μειωθεί κατά 30%, χώρια την περικοπή επιδομάτων κ.λπ.) καταβάλλονται από το Πολεμικό Ναυτικό, ενώ για τρία χρόνια ήταν απλήρωτοι! Τώρα, οι σημερινοί ιδιοκτήτες, για να φύγουν και να παραδώσουν τη σκυτάλη στους επόμενους, ζητούν 1 δισ. ευρώ ακόμα.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις, στις 18 Μάη, του υφυπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, Στ. Πιτσιόρλα, το πλάνο της κυβέρνησης προβλέπει να εισέλθει «ειδικός διαχειριστής» στα ναυπηγεία, ο οποίος θα αναλάβει να υλοποιήσει την απόφαση της ΕΕ για πλειστηριασμό περιουσιακών στοιχείων. Σε δεύτερη φάση, το ναυπηγείο θα χωριστεί σε δύο κομμάτια: Το πρώτο θα είναι αποκλειστικά στρατιωτικό ναυπηγείο, το οποίο θα μπορεί να πωληθεί μόνο σε ομίλους της ΕΕ, ενώ στο λεγόμενο εμπορικό κομμάτι προβλέπεται να εμπλακούν (π.χ. ενοποίηση ή κοινός ιδιοκτήτης κ.ο.κ.) τα Ναυπηγεία Ελευσίνας και Νεωρίου, με τους εργαζόμενους να παραμένουν στον «αέρα».
Τα ίδια σε Ναυπηγεία Ελευσίνας και Νεώριο Σύρου
Ανάλογες είναι οι εξελίξεις και σε άλλα ναυπηγεία. Σε Ελευσίνα και Νεώριο Σύρου, τα ναυπηγεία πουλήθηκαν εδώ και 20 περίπου χρόνια στον όμιλο Ταβουλάρη. Μεγάλο μέρος των υποδομών στην Ελευσίνα έχει εκποιηθεί, το προσωπικό έχει μειωθεί στο μισό με αμφίβολη τη μισθοδοσία του, ενώ τώρα ο ιδιοκτήτης αναζητά νέο αγοραστή. Αντίστοιχα, από τους 1.200 εργαζόμενους που είχε το Ναυπηγείο Νεωρίου στη Σύρο, όταν το παρέλαβε ο Ν. Ταβουλάρης, έχουν απομείνει περίπου 120, οι οποίοι εδώ και 17 μήνες είναι απλήρωτοι!
Μάλιστα, στις 2 Μάη ο εργοδότης τούς έστειλε επιστολή, με την οποία ζητάει «τη σύνταξη και υπογραφή επιστολής του σωματείου προς τους πλοιοκτήτες και πράκτορες των πλοίων που θα δηλώνει τη δέσμευση του προσωπικού ότι δεν θα δημιουργούνται από πλευράς τους εμπόδια στην ομαλή εφαρμογή του προγράμματος επισκευής και κυρίως δεν θα παρεμποδίζεται ο απόπλους των πλοίων»!
Σε αυτά να προστεθεί ότι η κυβέρνηση, για την επίτευξη του στόχου της ανάκαμψης, προετοιμάζει ήδη με νομοθετικές ρυθμίσεις (π.χ. εξαίρεση χειριστών μηχανημάτων, λιμενεργατών των μεγάλων λιμανιών και διαμετακομιστικών κέντρων από το Εθνικό Μητρώο Φορτοεκφορτωτών Λιμένος και Ξηράς) τη μετατροπή ολόκληρης της λιμενικής λεκάνης της Αττικής, όπου συμπεριλαμβάνονται και τα ναυπηγεία σε Ειδική Οικονομική Ζώνη, δηλαδή με ειδικό καθεστώς ασυλίας, πρόσθετων παροχών (π.χ. πλήρης φοροασυλία) για τα μονοπώλια και παραπέρα ένταση της εκμετάλλευσης για τους εργαζόμενους.

Α. Ζ.

ΠΗΓΗ: ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Top